Athonite Dictionary f-k

From FrathWiki
Revision as of 17:47, 15 May 2021 by Caeruleancentaur (talk | contribs) (New material.)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)
Jump to navigationJump to search

Pronunciation Table - Πινακ από τι Προφόρ

Greek α αυ β γ γγ γκ γξ γχ δ ε ει ευ ζ ι θ κ λ μ μπ ν ντ ξ ο ου π ρ ς τ τζ υ φ χ ψ ω
Latin a af v g ng nk ngks nch dh e i ef z i th k l m b n d ks ǫ u p r s t z y f ch ps o
IPA /a/1 /af/2 /v/ /ɣ/3 /ŋ/ /ŋg/ /ŋks/ /ŋç/ /ð/ /ε/ /i/ /εf/4 /z/ /i/5 /θ/ /k/ /l/ /m/ /b/ /n/ /d/ /ks/ /ɔ/ /u/ /p/ /r/ /s/6 /t/ /ʣ/ /y/ /f/ /ç/ /ps/ /o/

Notes - Σιμίωςες

  • 1 when accented, otherwise /ʌ/.
  • 2 before voiceless consonants, /av/ before voiced consonants.
  • 3 /ɣ/ before α, ο, ου, and ω; /j/ before ε, ι, υ.
  • 4 before voiceless consonants, /εv/ before voiced consonants.
  • 5 /j/ between vowels.
  • 6 /z/ before voiced consonants.


Dictionary

Notes - Σιμίωςες

  • Words in blue are of Turkish origin.
  • Irregular parts of verbs are given.
  • The full word in the plural is given if the accent is different than the singular.

F

fall, πεφτω (πεςμέν).
far, μακ.
fast, γριγορ.
fat (noun), λιπ, .
father, πατέρ, .
fear, φοβω.
few, λιγι.
fire, φωτί, φωτιές.
fish, ψαρ, -ια.
five, πεντ.
flag, λαβαρ, .
float, πλεω.
flow, ρεω.
flower, ανθ, .
fly, πετώ.
four, τεςερ.
freeze, παγωνω.
friend (m.), φιλ, .
friend (f.), φιλ, -ες.
full, πλιρ.
function, λιτουργί, -ες.
future tense, μελοντ, -ες.

G

garage, γαράζ, .
garden, περβόλ, -ια.
genitive, γενίκ.
girl, κορίτς, -ια.
give, δινω.
go, πάω (πίγενα).
good, καλ.
grammar, γραματίκ.
great, μεγάλ.
green, πραςιν.
guest (m.), μιςαφίρ, .
guest (f.), μιςαφίρ, -ες.

H

hat, καπέλ, .
he, αυτό.
hear, ακουω.
heavy, βαρ.
her (gen. sg.), τις.
her (acc. sg.), τις.
here, εδώ.
him, τον.
his, του.
hit, τυπώ.
hold, κρατώ.
hospital, νοςοκομί, .
host, ικοδεςπότ, -ες.
hostess, ικοδεςπον, -ες.
hot, ζεςτ.
house, ςπιτ, -ια.
how, πως.
hunt, κυνιγώ.
husband, εφέντ, .

I

I, γω.
if, αν.
imperative mood (Gram.), προςτακτίκ.
indefinite, αοριςτ.
indicative mood (Gram.), οριςτίκ.
infinitive, απαρεμφατ, -τα.
insignia, νιςαν, νιςάνα.
interrogative, ερωτιματίκ.
it (nom. sg.), αυτό.
it (acc. sg.), το.
its, του.

J

job, δoυλί, δoυλιές.

K

kill, ςκοτωνω (ςκοτωςω).
know, νωριζω (νωριςω).


Dictionary l-o