Athonite Vocabulary: Difference between revisions

From FrathWiki
Jump to navigationJump to search
No edit summary
m (Reorganized.)
Line 1: Line 1:
[[animals]]
*Athonite(Greek) words pertinent to the MR
**Athonite nouns are indeclinable.
**Greek endings in parentheses.
**Words of Turkish origin in red.


[[people]]
====Animals====
*elephant - <font color=red>φιλ</font>


[[plants]]
====Buildings====
*aviary - <font color=blue>πτινοπτροφί (πτηνοπτροφείο)</font>
*balcony - <font color=blue>μπαλκόν(ι)</font>
*bank - <font color=blue>τράπεζ(α)
*basement - <font color=blue>ιπόγι (υπόγειο)</font>
*beacon - <font color=blue>φαρ(ος)</font>
*bedroom - <font color=blue>κρενατοκάμαρ(α)</font>
*columbarium - <font color=blue>περιςτερών(ας)</font>
*garage - <font color=red>γαράδζ</font>
*museum of antiquities - <font color=blue>μουςί αρχιότιτ ((μουσείο αρχιότητα)</font>
 
====Food and Drink====
*alcoholic beverage - <font color=blue>αλκολίκ ουχ (αλκοολικός ούχο)</font>
*banana - <font color=red>μουζ</font>
*orange - <font color=red>πορτακάλ</font>
 
====Government====
*act - <font color=blue>νομοχέδι(ο)</font>
*amendment - <font color=blue>τροπολόγι(ία)</font>
*anniversary - <font color=blue>επέτι (επέτειος)</font>
*gendarmery - <font color=blue>χωροφυλάκ(ή)</font>
*identification card - <font color=blue>ταυτίς(η)κάρτ(α)</font>
*national defense
*national holidays - <font color=blue>εθνίκ(ές) εόρτ(ές)</font>
*passport - <font color=blue> διαβατίρι (διαβατήριο)</font>
*port of entry - <font color=blue>
*public census - <font color=blue> διμός απογράφ (διμόσιος απογραφή)</font>
*taxation - <font color=blue>φορολόγι(ία)</font>
*self-rule - <font color=blue>αυτόνομ(η) εξούςι(ία)</font>
 
====Military====
*barracks - <font color=red>κιςλ</font>
*brigade - <font color=red>τουγά</font>
*battalion - <font color=red>ταμπούρ</font>
*company - <font color=red>μπολούκ</font>
*cruiser - <font color=red>κρουβαςώρ</font>
*insignia - <font color=red>ιςαρέτ</font>
 
====People====
*admiral - <font color=red>αμιράλ</font>
*alderman - <font color=blue>διμοτίκ (δημοτικός) ςύμβουλ(ος)</font>
*ambassador - <font color=blue>πρεςβ(ης)</font>
*archiater - <font color=blue>αρχίατ(ρος)
*captain - <font color=red>γιουζμπάς</font>
*castellan - <font color=blue>φρουράρχ(α)</font>
*colonel -<font color=red>άλμπα</font>
*constable - <font color=blue>κοντοςταύλ(οσ)</font>
*corporal - <font color=red>ώνμπας</font>
*diplomat - <font color=blue>διπλωμάτ(ης)
*guest master - <font color=blue>αρχοντάρ(ι)</font>
*husband - <font color=red>εφέντ</font>
*lieutenant - <font color=red>τεγμέν</font>
*seneschal - <font color=blue>λογοθέτ(ης)</font>
*sergeant - <font color=red>τςάβους</font>
*wife - <font color=red>χάνιμ</font>
 
====Religion====
*abbey - <font color=blue>μοναςτίρι (μοναςτήριο)
 
====Transportation (Μεταφόρ[ά])====
*airplane - <font color=red>ταιάρ</font>
*ambulance - <font color=blue>νοςοκομιάκ (νοσοκομειακό)</font>
*avenue - <font color=blue>λεωφόρ(ος)
*canal - <font color=blue>διώρυγ(α)</font>
*paved roads - <font color=blue>πλακόςτρατ(ος)</font>
*runway - <font color=red>πιςτ</font>
*taxi - <font color=red>ταξί</font>
 
====Other====
*battery - <font color=red>μπατάρ</font>
*bay - <font color=blue>κολπ (κόλπος)
*beach - <font color=blue>αμουδί (αμμουδία)
*border planting - <font color=blue>μεθόρ(ιος) φύτεμ(α)</font>
*city - <font color=red>ςεχίρ</font>
*crimes - <font color=blue>έγκιμα (έγκημα)</font>
*firearms - <font color=blue>εθνίκ(ός) ςύμβολ(ο)</font>πυροβόλ(ο) όπλ(ο)</font>
*flag - <font color=red>μπαϊράκ</font>
*golden eagle protection - <font color=blue>ψρυςαέτ(ος) προςτάς(ία)</font)
**flag code - <font color=blue>κώδικ(ας)</font>
*livestock - <font color=blue>ξω(α) κτινοτρόφι(ίας)</font>
*national emblems - <font color=blue>εθνίκ(ός) ςύμβολ(ο)</font>
*penalties - <font color=blue>πιν (ποινή)</font>
*reconstruction - <font color=blue>αναςυγκρότις (αναςυγκρότηση)</font>
*rifle - <font color=red>τουφέκ</font>
*wildlife sanctuary - <font color=blue>άγρι(α) ζω(α) καταφύγ(ιο)</font>

Revision as of 17:28, 2 August 2009

  • Athonite(Greek) words pertinent to the MR
    • Athonite nouns are indeclinable.
    • Greek endings in parentheses.
    • Words of Turkish origin in red.

Animals

  • elephant - φιλ

Buildings

  • aviary - πτινοπτροφί (πτηνοπτροφείο)
  • balcony - μπαλκόν(ι)
  • bank - τράπεζ(α)
  • basement - ιπόγι (υπόγειο)
  • beacon - φαρ(ος)
  • bedroom - κρενατοκάμαρ(α)
  • columbarium - περιςτερών(ας)
  • garage - γαράδζ
  • museum of antiquities - μουςί αρχιότιτ ((μουσείο αρχιότητα)

Food and Drink

  • alcoholic beverage - αλκολίκ ουχ (αλκοολικός ούχο)
  • banana - μουζ
  • orange - πορτακάλ

Government

  • act - νομοχέδι(ο)
  • amendment - τροπολόγι(ία)
  • anniversary - επέτι (επέτειος)
  • gendarmery - χωροφυλάκ(ή)
  • identification card - ταυτίς(η)κάρτ(α)
  • national defense
  • national holidays - εθνίκ(ές) εόρτ(ές)
  • passport - διαβατίρι (διαβατήριο)
  • port of entry -
  • public census - διμός απογράφ (διμόσιος απογραφή)
  • taxation - φορολόγι(ία)
  • self-rule - αυτόνομ(η) εξούςι(ία)

Military

  • barracks - κιςλ
  • brigade - τουγά
  • battalion - ταμπούρ
  • company - μπολούκ
  • cruiser - κρουβαςώρ
  • insignia - ιςαρέτ

People

  • admiral - αμιράλ
  • alderman - διμοτίκ (δημοτικός) ςύμβουλ(ος)
  • ambassador - πρεςβ(ης)
  • archiater - αρχίατ(ρος)
  • captain - γιουζμπάς
  • castellan - φρουράρχ(α)
  • colonel -άλμπα
  • constable - κοντοςταύλ(οσ)
  • corporal - ώνμπας
  • diplomat - διπλωμάτ(ης)
  • guest master - αρχοντάρ(ι)
  • husband - εφέντ
  • lieutenant - τεγμέν
  • seneschal - λογοθέτ(ης)
  • sergeant - τςάβους
  • wife - χάνιμ

Religion

  • abbey - μοναςτίρι (μοναςτήριο)

Transportation (Μεταφόρ[ά])

  • airplane - ταιάρ
  • ambulance - νοςοκομιάκ (νοσοκομειακό)
  • avenue - λεωφόρ(ος)
  • canal - διώρυγ(α)
  • paved roads - πλακόςτρατ(ος)
  • runway - πιςτ
  • taxi - ταξί

Other

  • battery - μπατάρ
  • bay - κολπ (κόλπος)
  • beach - αμουδί (αμμουδία)
  • border planting - μεθόρ(ιος) φύτεμ(α)
  • city - ςεχίρ
  • crimes - έγκιμα (έγκημα)
  • firearms - εθνίκ(ός) ςύμβολ(ο)πυροβόλ(ο) όπλ(ο)
  • flag - μπαϊράκ
  • golden eagle protection - ψρυςαέτ(ος) προςτάς(ία)</font)
    • flag code - κώδικ(ας)
  • livestock - ξω(α) κτινοτρόφι(ίας)
  • national emblems - εθνίκ(ός) ςύμβολ(ο)
  • penalties - πιν (ποινή)
  • reconstruction - αναςυγκρότις (αναςυγκρότηση)
  • rifle - τουφέκ
  • wildlife sanctuary - άγρι(α) ζω(α) καταφύγ(ιο)